Aorist i futur trenutni
AORIST/ΑΟΡΙΣΤΟΣ
(koristi se za svršenu radnju koja je kratko trajala, uglavnom uz priloge za vreme: χθες, προχθές, την περασμένη/προηγούμενη εβδομάδα, πριν από πέντε μέρες, πριν από τρεις μήνες, πέρσι..)
A KONJUGACIJA
glagolska osnova + proširenje osnove + nastavci: -α,- ες,- ε, -αμε, -ατε, -αν(ε)
*ispred jednosložnih i dvosložnih glagola dodaje se augment ε
*akcenat se u jednini pomera na prethodni slog
νω, ζω, θω → σα
(κλείνω → έκλεισα, διαβάζω → διάβασα, νιώθω → ένιωσα)
πω, βω, φω, πτω → ψα
(λείπω → έλειψα, κρύβω → έκρυψα, γράφω→ έγραψα, καλύπτω → κάλυψα)
αυω, ευω → αψα/αυσα, εψα/ευσα
(δουλεύω → δούλεψα, εκπαιδεύω → εκπαίδευσα)
ζω, γω, κω, σκω, σσω,γχω, χνω.. → ξα
(αλλάζω → άλλαξα, ανοίγω → άνοιξα, πλέκω → έπλεξα, διδάσκω → δίδαξα, φυλάσσω → φύλαξα, ελέγχω → έλεγξα, φτιάχνω → έφτιαξα)
PROMENA
διαβάζω → διάβασα, διάβασες, διάβασε, διαβάσαμε, διαβάσατε, διάβασαν/διαβάσανε (pročitah)
γράφω → έγραψα, έγραψες, έγραψε, γράψαμε, γράψατε, έγραψαν/γράψανε
(napisah)
μαζεύω → μάζεψα, μάζεψες, μάζεψε, μαζέψαμε, μαζέψατε, μάζεψαν/μαζέψανε
(skupih, okupih)
ανοίγω → άνοιξα, άνοιξες, άνοιξε, ανοίξαμε, ανοίξατε, άνοιξαν/ανοίξανε
(otvorih)
***********
Β KONJUGACIJA
glagolska osnova + nastavci -ησα/-εσα/-ασα/-αξα/-ηξα
αγαπάω → αγάπησα, αγάπησες, αγάπησε, αγαπήσαμε, αγαπήσατε, αγάπησαν/αγαπήσανε
μπορώ → μπόρεσα, μπόρεσες, μπόρεσε, μπορέσαμε, μπορέσατε, μπόρεσαν/μπορέσανε
γελάω → γέλασα, γέλασες, γέλασε, γελάσαμε, γελάσατε, γέλασαν/γελάσανε
πετάω → πέταξα, πέταξες, πέταξε, πετάξαμε, πετάξατε, πέταξαν/πετάξανε
τραβάω → τράβηξα, τράβηξες, τράβηξε, τραβήξαμε, τραβήξατε, τράβηξαν/τραβήξανε
FUTUR TRENUTNI/ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ
(za obe konjugacije) → θα + aor. osnova (bez augmenta) + nastavci za prezent:
ω, εις, ει, ουμε, ετε/είτε,ουν
χάνω → έχασα → θα χάσω, θα χάσεις, θα χάσει, θα χάσουμε, θα χάσετε, θα χάσουν
ταξιδεύω → ταξίδεψα → θα ταξιδέψω
μιλάω → μίλησα → θα μιλήσω
γελάω → γέλασα→ θα γελάσω
μπορώ → μπόρεσα → θα μπορέσω
KONJUKTIV AORISTA / ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ ΑΟΡΙΣΤΟΥ
= να + aor. osnova + nastavci: ω, εις, ει, ουμε, ετε/είτε, ουν
→ θέλω να διαβάσω, μπορείς να γράψεις;, δεν μπορώ να μιλήσω, περιμένω να γυρίσουν..