Cvrčak i mrav

Ο τζίτζικας και ο μέρμηγκας Κάποτε ήταν ένα τζιτζίκι (cvrčak) και ένα μυρμήγκι (mrav). Το τζιτζίκι είχε φτιάξει τη φωλιά (gnezdo) του στα κλαδιά ενός δέντρου (grane drveta) ενώ το μυρμήγκι στις ρίζες (korenje) του. Ήταν καλοκαίρι και μόλις ανέτειλε ο ήλιος (zalazilo sunce), το μυρμήγκι ξεκινούσε την εργασία του. Έβγαινε από τη φωλιά του και έψαχνε να βρει διάφορους σπόρους (semenke). Όταν έβρισκε κάποιον, τον φορτωνόταν στην πλάτη (tovario na leđa) και τον μετάφερε στην φωλιά του όπου τον αποθήκευε (skladištio). Μερικές φορές οι σπόροι ήταν τόσο μεγάλοι που έπρεπε να τους κομματιάσει πριν τους μεταφέρει και αυτό σήμαινε διπλάσιο κόπο (trud, rad) για το μυρμήγκι. Ο εργατικός (vredni) μας φίλος εργαζόταν από την ανατολή (izlazak) μέχρι την δύση

» Read more

Princeza na zrnu graška

Η ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΚΑΙ ΤΟ ΡΕΒΙΘΙ Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε σ’ ένα μακρινό βασίλειο (kraljevstvo) ένας όμορφος πρίγκιπας (princ) με τη μητέρα του τη βασίλισσα. Είχε φτάσει πια ο καιρός να παντρευτεί αλλά εκείνος ήθελε για γυναίκα του μόνο μια αληθινή πριγκίπισσα. Έψαχνε παντού αλλά καμιά από τις κοπέλες που συναντούσε δεν ήταν πραγματική πριγκίπισσα. Ένα βράδυ είχε ξεσπάσει μια απαίσια καταιγίδα (oluja). Όλοι στο παλάτι είχαν κουκουλωθεί κάτω από τα κρεβάτια τους και άκουγαν τα μπουμπουνητά (grmljavinu) και έβλεπαν τις αστραπές (munje) από τα παράθυρα τους. Ο πρίγκιπας ετοιμαζόταν να πάει για ύπνο όταν άκουσε χτυπήματα στην πόρτα του παλατιού. -Ποίος να γυρίζει έξω μια τόσο βροχερή νύχτα;- σκέφτηκε και πήγε να ανοίξει την πόρτα. Ήταν μια πανέμορφη

» Read more

Carevo novo odelo

ΤΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΡΟΥΧΑ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε σε μια μακρινή χώρα ένας βασιλιάς που το μόνο που σκεφτόταν ήταν τα ρούχα μου. Σπαταλούσε (rasipao) όλα τα λεφτά της χώρας για να αγοράζει όλο και περισσότερα ρούχα. Είχε μια φορεσιά (odelo) για κάθε ώρα της μέρας και οι ράφτες (krojači) του παλατιού δούλευαν ασταμάτητα ράβοντας συνέχεια καινούργια ρούχα. Η φήμη (glasine, reputacija) του αυτοκράτορα και η αδυναμία του για τα ρούχα έφτασαν στα αυτιά δυο απατεώνων (prevaranti) που αποφάσισαν να τον ξεγελάσουν (da ga prevare) και εκμεταλλευτούν την ματαιοδοξία του (taštinu). Μια φορά λοιπόν εμφανίστηκαν στο παλάτι και ζήτησαν να δούνε τον βασιλιά. «Καλησπέρα σας, αυτοκράτορά μου, είμαστε δυο ξακουστοί (čuveni) ράφτες. Υφαίνουμε τα πιο όμορφα ρούχα

» Read more

Persefona

Η ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ, η μοναχοκόρη (jedinica) της θεάς Δήμητρας, μεγάλωνε ευτυχισμένη κοντά στη μητέρα της και τις άλλες θεές. Μια μέρα όμως ο Άδης, ο θεός του Κάτω Κόσμου την ερωτεύτηκε και αποφάσισε να την απαγάγει (otme, kidnapuje). Τη στιγμή που η κοπέλα έκοβε ένα νάρκισσο σε ένα λιβάδι, άνοιξε η γη και ο Άδης την πήρε στον Κάτω Κόσμο. Η Δήμητρα, όταν ανακάλυψε (otkrila) την εξαφάνιση της κόρης της άρχισε να την αναζητά. Έψαξε ταξιδεύοντας μέρα νύχτα σε όλο τότε γνωστό κόσμο με αγωνία και θλίψη. Στο διάστημα αυτό η γη έμεινε άγονη (neplodna), η γεωργία έμεινε πίσω, τίποτα δε βλάσταινε, τίποτα δεν καρποφορούσε και οι άνθρωποι υπέφεραν από την αφορία αυτή. Τότε ήταν που ο Δίας διέταξε στον Άδη

» Read more

Orfej

Ο ΟΡΦΕΑΣ από τη Θράκη, γιος του Οίαγρου και πιθανόν της μούσας Καλλιόπης, ο χαρισματικός μουσικός, ποιητής και τραγουδιστής, εκτός από τους πρωταγωνιστές της Αργοναυτικής εκστρατείας (ekspedicija) είναι και πρωταγωνιστής ενός πολύ συμβολικού μύθου που παρουσιάζει έντονα στοιχεία θεολογίας, όσο κανένας της εποχής του. Η Ευρυδίκη, μια πανέμορφη νύμφη των δασών, μια μέρα, προσπαθώντας να αποφύγει τον Αρισταίο που την κυνηγούσε, στις οχθές ενός ποταμού (na obali reke) πατάει ένα δηλητηριώδες φίδι (otrovna zmija). Το φίδι τη δαγκώνει και αυτή πεθαίνει. Τότε ο Ορφέας απαρηγόρητος (neutešan) κατεβαίνει στον Άδη με σκοπό να την εναπαφέρει στη ζωή. Η μουσική του σαγηνεύει (očarava) τον Κάτω Κόσμο κι όλοι μαγεμένοι ξεχνούν το μαρτύριο και την τιμωρία τους. Ο Σίσυφος, ο Τάνταλος, οι Δαναΐδες

» Read more

Γιώργος Σεφέρης

  ΚΡΑΤΗΣΑ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ Κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα σε κίτρινα δέντρα, κάτω απ’ το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς καμιά φωτιά στην κορυφή τους βραδιάζει. Τ’ ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ’ ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά’ τ’ άστρα του Κύκνου κι εκείνο τ’ άστρο ο Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει.

» Read more

Κωνσταντίνος Καβάφης

Ι Θ Α Κ Η Σαν βγεις στο πηγαιμό για την Ιθάκη, να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος, γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις. Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας, τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι, τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δε θα βρεις, αν μεν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει. Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας, τον άγριο Ποσειδώνα δε θα συναντήσεις, αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου, αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου. Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος. Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους. να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά, και τες καλές πραγματείες ν’ αποκτήσεις,

» Read more

Οδυσσέας Ελύτης

________________ Ε Λ Ε Ν Η Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι Μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές Όλα τα λόγια που είχανε μοναδικό τους προορισμόν – Εσένα! Κατά που θ’ απλώσουμε τα χέρια μας τώρα που δε μας λογαριάζει πια         ο καιρός Κατά που θ’ αφήσουμε τα μάτια μας τώρα που οι μακρινές γραμμές         ναυάγησαν στα σύννεφα Τώρα που κλείσανε τα βλέφαρά σου απάνω στα τοπία μας Κι είμαστε – σαν να πέρασε μέσα μας η ομίχλη – Μόνοι ολομόναχοι τριγυρισμένοι απ’ τις νεκρές εικόνες σου. Με το μέτωπο στο τζάμι αγρυπνούμε την καινούρια οδύνη Δεν είναι ο θάνατος που θα μας ρίξει κάτω μια που Εσύ υπάρχεις Μια που υπάρχει άλλου ένας

» Read more

Crvenkapa

Η  Κ Ο Κ Κ Ι Ν Ο Σ Κ Ο Υ Φ Ι Τ Σ Α Κάποτε, στην άκρη ενός δάσους (šume), ζούσε με τη μαμά του ένα όμορφο κοριτσάκι. Την έλεγαν Κοκκινοσκουφίτσα επειδή φορούσε συνέχεια ένα κόκκινο σκουφάκι (kapicu) που της είχε χαρίσει η γιαγιά της. Μια μέρα η μαμά της, της είπε «Κοκκινοσκουφίτσα μου η γιαγιά είναι άρρωστη. Πήγαινε να τη δεις και πάρε να της δώσεις αυτό το καλαθάκι (korpica) που ετοίμασα. Πρόσεχε όμως γιατί στο δάσος ζει ο κακός λύκος (zli vuk) και είναι πολύ επικίνδυνος (opasan)» Η Κοκκινοσκουφίτσα ξεκίνησε χαρούμενη για το σπίτι της γιαγιάς που ήταν στην άλλη άκρη του δάσους. Ξάφνου (odjednom), ενώ μάζευε λουλούδια για τη γιαγιά της πετάγεται μπροστά της

» Read more

Dedal i Ikar

Δαίδαλος και Ίκαρος Ο Δαίδαλος, Αθηναίος τεχνίτης, καταγόταν (poticao, bio poreklom/rodom) από τη βασιλική (kraljevska) οικογένεια του Κέκροπα, του πρώτου βασιλιά της Αθήνας. Ήταν σπουδαίος καλλιτέχνης: γλύπτης (vajar), αρχιτέκτονας και ο μεγαλύτερος εφευρέτης (pronalazač) της εποχής. Κάποτε ο πολυτάλαντος αυτός τεχνίτης εξορίστηκε (proteran) για ένα έγκλημα (zločin) που έκανε. Έτσι βρέθηκε ο Δαίδαλος στην Κρήτη κοντά στον Μίνωα, όπου μεταξύ των άλλων κατασκευασμάτων έφτιαξε και τον περίφημο (čuveni) Λαβύρινθο, ένα ανάκτορο που οι διάδρομοί του ήταν τόσο περίπλοκοι (zamršeni, isprepletani) που κανείς δεν μπορούσε να προσανατολιστεί (da se orijentiše). Εκεί μέσα ο Μίνωας έκλεισε το Μινώταυρο. Στο διάστημα της παραμονής του εκεί, ο Δαίδαλος απέκτησε ένα γιο, τον Ίκαρο από μια σκλάβα (robinja) του παλατιού που λεγόταν Ναυκράτη. Όταν ο

» Read more
1 2 3 4 5