κρίνω, γράφω, τηρώ
ΚΡΙΝΩ – έκρινα – κρίθηκα – κρίση – κριτική
κρίνω = procenjujem, rasuđujem, kritikujem
*μην κρίνεις, για να μη κριθείς!
*κρίσιμη στιγμή, περίοδος = kriznι/ključni
διακρίνω = vidim, razaznajem
*δε διακρίνω το σπίτι μου από ‘δω
*διακρίσεις = predrasude
προκρίνω = kvalifikujem
*η ομάδα μας προκρίθηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
ανακρίνω = ispitujem
*ο αστυνόμος τον ανέκρινε όλο το βράδυ.
*ανάκριση μου κάνεις;
επικρίνω = κατακρίνω = osuđujem
*ο πατέρας του πάντα τον επέκρινε πολύ.
*τον κατακρίνουν γι’ αυτά που έκανε
αποκρίνομαι = odgovaram
*του έστειλα τρια μηνύματα, αλλά δεν αποκρίθηκε.
λογοκρίνω = cenzurišem
*το άρθρο που έγραψα κατά του καθεστώτος, λογοκρίθηκε.
_________________________
ΓΡΑΦΩ – έγραψα – γράφτηκα – γραφή – γράμμα
γράφω = pišem
*εγραψα γράμμα στη μαμά μου.
εγγράφω = upisujem
*εγγράφτηκε στο τμήμα νεοελληνικών σπουδών.
απογράφω = popisujem
*σύμφωνα με την τελευταία απογραφή πληθυσμού, στη Σερβία μένουν 7,5 εκατομμύρια κάτοικοι.
επιγράφω = stavljam natpis
*βάλαμε καινούργια επιγραφή πάνω από την πόρτα της εισόδου.
αντιγράφω = prepisujem
*αντέγραψε στο τεστ και πήρε άριστα.
διαγράφω = brišem
*διέγραψα όλα τα μηνύματά του.
παραγράφω = otpisujem
*τα αδικήματα παραγράφονται μετά από ένα χρονικό διάστημα.
περιγράφω = opisujem
*μπορείς να μου περιγράψεις την αδερφή σου;
υπογράφω = potpisujem
*υπογράψτε εδώ, παρακαλώ
μεταγράφω = prenosim, premeštam, upisujem na drugo mesto
*πήρα μεταγραφή και πήγα στη σχολή στην Κέρκυρα.
συγγράφω = pišem
*αυτό είναι το καλύτερο μυθιστόρημα αυτού του συγγραφέα.
__________________________________
ΤΗΡΩ – τήρησα – τηρήθκα- τήρηση
τηρώ = održavam, pridržavam se
*πάντα τηρώ τους κανόνες.
διατηρώ = čuvam, održavam
*οι Έλληνες και οι Σέρβοι διατηρούν τα έθιμα και τις παραδόσεις τους.
συντηρώ = izdržavam, konzerviram
*ο Νικόλας συντηρεί όλη την οικογένειά του.
*δεν αγοράζουμε προϊόντα με συντηρητικά.
επιτηρώ = nadgledam
*ο πατέρας μου είναι ο επιτηρητής αυτού του έργου.
παρατηρώ = primećujem
*πέρασα από ‘κει αλλά δεν το παρατήρησα.